Σήμερον μόνον η σαφήνεια ημπορεί ν' άποτελέση βάσιν της φιλίας μεταξύ των εθνών. Και όταν τα χωρίζουν ωκεανοί και θάλασσαι και – πολύ περισσότερον – όταν τα συνδέουν κοινά σύνορα. Ύπήρχεν εποχή, κατά την οποίαν καθησύχαζον τους λαούς ολίγα μειδιάματα και μερικαί τυπικαί διακηρύξεις φιλικών διαθέσεων. Ήσαν τότε oι λαοί αφελέστεροι; Έπίστευον περισσότερον εις το αίσθημα της τιμής; Πιθανόν. Έμεσολάβησεν όμως η πείρα του «μεσοπολέμου», της περιόδου πού διέρρευσε μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων. Αύτη η πείρα είναι τόσον οδυνηρά, ώστε τώρα οι λαοί, όσον πομπωδεστέρας διακηρύξεις φιλίας ακούουν, τόσον περισσότερον καχύποπτοι γίνονται. Όταν μάλιστα αι διακηρύξεις αύται συνοδεύωνται από μίαν ηθελημένης ασάφειαν, η οποία εθεωρείτο άλλοτε ως το άκρον άωτον της διπλωματίας.
Από καιρού εις καιρόν, η φίλη μας Γιουγκοσλαυία προκαλεί περίεργα συναισθήματα εις τον ελληνικόν λαόν με ωρισμένας εκδηλώσεις των επισήμων εκπροσώπων της. Συναισθήματα πικρίας, θα τα εχαρακτήριζε κανείς. Όχι αγανακτήσεως βέβαια. Το αίσθημα της αγανακτήσεως ούτε η αρθρογραφία της «Μπόρμπα» είναι δυνατόν να προκαλέση. Διότι είναι τόσον ανόητος... Πικρίαν αισθάνεται ο ελληνικός λαός, διότι oι επίσημοι Γιουγκοσλαύοι, εν τη προσπαθεία των ίσως να λύσουν πολλάς και απροβλέπτους εσωτερικάς αντινομίας – και ποίον κράτος δεν έχει αντινομίας, έστω και πολύ όλιγωτέρας; – ακολουθούν μίαν τακτικήν, που oι κακόπιστοι θα την έχαρακτήριζον χιτλερικήν, ενώ δι' ήμάς είναι πολύ ευεξήγητος.
Η Γιουγκοσλαυΐα – ή νέα Γιουγκοσλαβία – κατόπιν στροφής 180 μοιρών, έχει εγκαινιάσει μίαν πολιτικήν συνεργασίας με την Βουλγαρίαν. Κάτι περισσότερον ίσως: συγχωνεύσεως εις εν αμάλγαμα σλαυϊκής ομοσπονδίας. Δικαίωμά της. Οι επίσημοι εκπρόσωποί της μόνον τους λαούς της έχουν καθήκον να πείσουν. Τους λαούς της, oι όποιοι επολέμησαν τετράκις εναντίον των Βουλγάρων – ενώ ημείς επολεμήσαμεν τρις – και οι όποιοι ούτε μίαν ημέραν ησύχασαν από την εκπολιτιστικήν δράσιν των Βουλγάρων κομιτατζήδων, που εδρών και όταν ακόμη ο Μουσσολίνι και ο Χίτλερ ηλήτευον. Οπωσδήποτε, οι επίσημοι Γιουγκοσλαύοι, επειδή ακολουθούν αυτήν την πολιτικήν, υιοθετούν και όλα τα υποβολιμαία βουλγαρικά συνθήματα.
Εν εξ αυτών είναι και το σύνθημα περί υπάρξεως αυτοτελούς δήθεν μακεδονικής εθνότητος, η οποία θα έπρεπε ν' απόκτηση εθνικήν ελευθερίαν. Διετυπώθη επί τουρκοκρατίας η άποψις αυτή. Όταν εις τον γεωγραφικόν χώρον, πού επεκράτησε ν' άποκαλήται Μακεδονία, κατώκουν Έλληνες, Τούρκοι, Βούλγαροι, Κουτσοβλάχοι, Εβραίοι. Χαρακτηριστικόν είναι το γεγονός ότι, όταν το 1893 ιδρύετο εν Βουλγαρία το πρώτον μακεδονικόν κομιτάτον, ωμίλει περί Μακεδονίας, αλλά εκάλει υπό τας σημαίας του «πάντα κάτοικον, άνευ διακρίσεως γένους, εθνικότητος, θρησκείας, πεποιθήσεων και γλώσσης». Ανεγνώριζε, δηλαδή, την πολυεθνίαν εις τον μακεδονικόν χώρον, ο όποιος σήμερον ευρίσκεται κατανεμημένος μεταξύ Ελλάδος, Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας. Πώς ήτο δυνατόν ν' αποτελέση ξεχωριστήν εθνότητα – τότε ακόμη – έν άθροισμα κατοίκων, πού διέφερε και κατά την εθνικήν συνείδηση και κατά την θρησκείαν και κατά την γλώσσαν και κατά τας πεποιθήσεις;
Έκτοτε, κολοσσιαία ιστορικά γεγονότα εμεσολάβησαν. Διεμελίσθη το ευρωπαϊκόν τμήμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η Σερβία επεξετάθη έτι νοτιώτερον του Μοναστηρίου εντός του γεωγραφικού χώρου της Μακεδονίας. Η Ελλάς έλαβε το μερίδιόν της επίσης. Και η Βουλγαρία. Ήλθε κατόπιν ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Έπειτα η ίδικη μας ήττα εις την Μ. Ασίαν. Η ανταλλαγή των πληθυσμών. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. Η νίκη των δημοκρατιών. Εντός μιας δεκαετίας, από το 1913 μέχρι του 1923, το εθνολογικώς ασαφέστερον τμήμα της Ευρώπης έγινε σαφέστατον. Από την ελληνικήν Μακεδονίαν έφυγαν 600.000 Τούρκων. Έφυγαν επίσης – εκουσίως αυταί – μερικαί δεκάδες χιλιάδων Βουλγάρων. Και ήλθον και εγκατεστάθησαν εις την 'Ελλάδα – εις την Βόρειον και εις την Νότιον – 1.500.000 Ελλήνων εκ Μικρός Ασίας. Tο 1928, επί 1.300.000 κατοίκων της Β. 'Ελλάδος υπήρχον 82.000 σλαυόφωνοι και περί τας 60.000 Εβραίοι – από τους οποίους σήμερον ολίγαι μόνον χιλιάδες επιζούν, κατόπιν της χιτλερικής κατοχής.
Τώρα, η νέα Γιουγκοσλαβία θεωρεί βολικώτερον να όνομάζη Μακεδόνας τους κατοίκους της νοτίου Σερβίας. Και να τους μεταβάλη εις ομόσπονδον εθνότητα μαζί με τους κατοίκους του βουλγαρικού τρίγωνου της Μακεδονίας. Δεν είναι Σέρβοι οι του σέρβικου τμήματος; Αλλά τότε διατί τους ενσωμάτωσε το 1913; Δεν είναι Βούλγαροι οι του βουλγαρικού τμήματος; Αλλά τότε διατί τους διεξεδίκησεν η Βουλγαρία; Πάντως, οι του ελληνικού τμήματος της Μακεδονίας κάτοικοι είναι Έλληνες. Και η Ελλάς ουδεμίαν επί του θέματος αυτού δέχεται συζήτησιν. Μακεδονική εθνική συνείδησις ουδέποτε υπήρξεν. Εις την ελληνικήν Μακεδονίαν, εν πάση περιπτώσει, κατοικούν μόνον Έλληνες και μερικοί σλαυόφωνοι – 82.000 – έκ των οποίων πλείστοι έχουν – και αυτοί – ελληνικήν εθνικήν συνείδησιν.
Όταν, λοιπόν, ένας πρεσβευτής της Γιουγκοσλαυΐας προβαίνη εις επισήμους δηλώσεις, έχει, νομίζομεν, την υποχρέωσιν να γνωρίζη ολίγην ιστορίαν και προ παντός να είναι σαφής. Διότι, είπομεν, ότι κατήντησαν πολύ απηρχαιωμένα μέσα τα μειδιάματα και αι φιλικαί διακηρύξεις. «Η ρύθμισις – είπεν ο εν Λονδίνω Γιουγκοσλαύος πρεσβευτής – των ζητημάτων του βουλγαρικού και του ελληνικού τμήματος της Μακεδονίας θ’ άποτελέση θέμα αμοιβαίων συνεννοήσεων». Δια ποίον σκοπόν; Ζητήματα της ελληνικής Μακεδονίας αναμένοντα ρύθμισιν δεν υπάρχουν. Το είχε διακηρύξει αυτό προ ενός έτους ακριβώς και ο τότε υπουργός των Εξωτερικών της Γιουγκοσλαυΐας του Τίτο – όχι του Αλεξάνδρου ή του πρίγκηπος Παύλου – κ. Σμοντλάκα. Μήπως ο κ. πρεσβευτής νομίζη ότι τα ζητήματα αυτά εδημιουργήθησαν, διότι οι «σύμμαχοί» του Βούλγαροι έσφαξαν εν τω μεταξύ και μερικούς ακόμη Έλληνας ;