Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008

Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΜΥΘΟΣ (Ει-167)

Η Γιουγκοσλαβία, η οποία αποτελεί μωσαϊκόν γλωσσών και δογμάτων και από του 1945 υιοθέτησε το ομοσπονδιακόν σύστημα κρατικής οργανώσεως, ανακηρυχθείσα «Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία», έχει δημιουργήσει ένα μύθον, που κατά περιόδους τον εξαπολύει και προσπαθεί να τον αξιοποιήση επεκτατικώς εις βάρος των γειτόνων της και ιδία της Ελλάδος. Ο μύθος αυτός λέγει ότι εις την Βαλκανικήν υπάρχει, εκτός των ιστορικώς γνωστών εθνοτήτων, και μία άλλη, η «Μακεδονική», ότι κοιτίς της εθνότητος αυτής είναι η νότιος Σερβία, η οποία απετέλεσε την υπό του κομμουνιστικού καθεστώτος ονομασθείσαν «Ομόσπονδον Λαΐκήν Δημοκρατίαν της Μακεδόνιας» και ότι τμήματά της ζουν «αλύτρωτα» εις την ελληνικήν Μακεδονίαν (την οποίαν οι Γιουγκοσλάβοι αποκαλούν «Μακεδονίαν του Αιγαίου», κατ’ αντιδιαστολήν προς την ιδικήν των «Μακεδονίαν του Αξιού») και εις την Βουλγαρίαν (την λεγομένην «Μακεδονίαν του Πιρίν»).
Με τήν Γιουγκοσλαβίαν ευρισκόμεθα από δεκαετίας περίπου εις φιλικάς σχέσεις, έπειτα από μίαν περίοδον, κατά την διάρκειαν της οποίας συνέβησαν πολλά, που ο ελληνικός λαός θα ήθελε να λησμονήση, εν ώ με­τρω ευθύνεται δι' αυτά η γείτων μας. Δυστυχώς, όμως, ο προσφιλής της μύθος, προβαλλόμενος κατά καιρούς -πάντοτε υπευθύνως, διότι η Γιουγκοσλαβία είναι ολοκληρωτικόν κράτος - εκ μέρους προσωπικοτήτων και εφη­μερίδων του καθεστώτος, έρχεται να διατάραξη εκάστοτε την φιλικήν με­ταξύ των δύο χωρών ατμόσφαιραν, η οποία εδημιουργήθη με τόσας εκ μέρους της Ελλάδος υποχωρήσεις. Έτσι και κατά τας αρχάς του παρελθόντος μηνός, με την ευκαιρίαν ενός συνεδρίου του τοπικού Κομμουνιστι­κού Κόμματος, που συνήλθεν εις τα Σκόπια (πρωτεύουσαν της «Ομοσπόνδου Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας»), ενεφανίσθη ο πρωθυπουργός της τοπικής κυβερνήσεως κ. Κολισέφσκυ και, παρουσία του αντιπροέδρου της κεντρικής γιουγκοσλαβικής κυβερνήσεως, κ. Καρντέλι, Υπεστήριξε τα εξής, τα οποία εδημοσίευσεν εν εκτάσει η εφημερίς των Σκοπίων «Νόβα Μακεντόνια», της 6ης Οκτωβρίου:
Ότι υπάρχει χωριστή εθνότης «Μακεδόνων». Ότι τμήμα της εθνότητος αυτής ζή εις την Ελλάδα και άλλο εις την Βουλγαρίαν. Ότι ως εκ τούτου υφίσταται εξ αντικειμένου «μακεδονικόν ζήτημα», το οποίον πρέπει να τακτοποιηθή. Ότι ουδείς δύναται να ζητήση από την χώραν του κ. Κολισέφσκυ όπως αγνοήση την ύπαρξιν του «μακεδονικού ζητήματος» και παύση να ενδιαφέρεται δια τα συμφέροντα του λαού της. Και ότι, δια την τακτοποίησιν του ζητήματος αυτού, πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν τα κριτήρια που εχρησιμοποιήθηκαν δια την ικανοποίησιν των εθνικών δικαιωμάτων και συμφερόντων των Κυπρίων. Αυτά υπεστήριξεν ο πρωθυπουργός της «Ομοσπόνδου Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», η οποία έχει εμβαδόν 25.713 τετραγωνικών χιλιομέτρων και περί το 1.406.000 κατοίκων, επαναλαμβάνων και συγχρονίζων τον από του 1945 υποστηριζόμενον παρά των Γιουγκοσλάβων «μακεδονικόν μύθον».
Και πρόκειται περί μύθου χαλκευθέντος, ο οποίος δεν ανταποκρίνεται ούτε εις την ιστορικήν, ούτε εις την παρούσαν εθνολογικήν πραγματικό­τητα, διότι οι όροι «Μακεδονία» και «Μακεδόνες» υπήρξαν επί τεσσάρας αιώνας εντός της οθωμανικής αυτοκρατορίας όροι γεωγραφικοί και όχι εθνολογικοί. Η Μακεδονία – η περιοχή δηλαδή μεταξύ Μαυροβουνίου, Αχρίδος, Γράμμου, Ολύμπου, Χαλκιδικής, Νέστου, Πιρίν και Οσογκόφσκας – κατωκείτο επί τουρκοκρατίας από μωσαϊκόν λάων, επικρατέστεροι των οποίων ήσαν οι Έλληνες, οι Τούρκοι και οι Σλάβοι. Εφ’ ω και μεταξύ των τριών αυτών λαών υπήρξεν οξύτατος ο ανταγωνισμός μέχρι των Βαλκανικών πολέμων. Τρία έθνη ευρίσκοντο επί σκηνής καθ’ όλον αυτό το διάστημα: Η Τουρκία, η οποία ηγωνίζετο να διατηρήση την ευρωπαϊκήν αυτοκρατορίαν της· η Ελλάς, η οποία επεδίωκε ν’ απελευθερώση τα υπόδουλα τέκνα της· και η Βουλγαρία, η οποία επωφθαλμία την ηγεσίαν και την προσάρτησιν των εντός της Μακεδονίας κατοικούντων σλαβόφωνων. Οι Σέρβοι, καίτοι είχον ανεξάρτητον κράτος απουσίαζαν από την μάχην.
Δεν ημπορεί να χαρακτηρισθή ως ιδιαιτέρα «γλώσσα», συμφώνως προς τας αρχάς της γλωσσολογικής επιστήμης, αυτό που ομιλούν οι κάτοικοι της νοτίου Σερβίας (η οποία από του 1945 ονομάζεται «Ομόσπονδος Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας») και ωρισμένων χωρίων της Βορείου 'Ελλάδος. Είναι ένα υποτυπώδες ιδίωμα σλαβικής υφής, με πολύ πτωχόν λεξιλόγιον, που συνδέεται στενώτατα τόσον με την σερβικήν, όσον και με την βουλγαρικήν γλώσσαν και έχει δανεισθή πλείστας λέξεις από την ελληνικήν, την τουρκικήν, την βλαχικήν κλπ. Η σχέσις του ιδιώματος αυτού προς την βουλγαρικήν και την σερβικήν γλώσσαν είναι ανάλογος με την σχέσιν της ποντιακής, λόγου χάριν, ή της κυπριακής διαλέκτου προς την ελληνικήν γλώσσαν. Μέχρι του τέλους του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου το σλαβικόν αυτό ιδίωμα δεν είχεν αποκτήσει γραπτήν μορφήν, ούτε είχε χρησιμοποιηθή εις τον γραπτόν – έντεχνον ή απλούν – λόγον. Ήτο ιδίωμα προφορικής αποκλειστικώς χρήσεως.
Όταν το 1893 6 Βούλγαρος Ν. Γκρούεφ ίδρυσε την «Εσωτερικήν Μακεδονικήν Επαναστατικήν Οργάνωσιν» εκάλει όπως προσχωρήση εις αυτήν όχι καμμίαν φανταστικήν εθνότητα «Μακεδόνων», αλλά «πάντα κάτοικον της Ευρωπαϊκής Τουρκίας, άνευ διακρίσεως γένους, εθνότητος, θρη­σκείας και πεποιθήσεων» και έτασσεν ως σκοπόν την απελευθέρωσιν όλων των κατοίκων τούτων από του τουρκικού ζυγού. Και όταν, δύο έτη κατό­πιν, ο Σαράφωφ ίδρυε, κατ' έμπνευσιν του τσαρίσκου Φερδινάνδου, την «Εξωτερικήν Μακεδονικήν Επαναστατικήν Οργάνωσιν», δεν ωμίλει πάλιν περί «Μακεδόνων» ως «Ιδικής εθνότητος, άλλ’ εζήτει την προσάρτησιν της Μακεδονίας εις την Βουλγαρίαν και εγκαινίαζε μίαν περίοδον τρομοκρα­τικής δράσεως κατά των Ελλήνων κυρίως, οι οποίοι δεν ήσαν δυνάσται, αλλά δυναστευόμενοι.
Κατά την από του 1908 μέχρι του 1911 περίοδον - την κατ’ εξοχήν περίοδον του προπαγανδιστικού ανταγωνισμού μεταξύ των κυρίων εθνο­τήτων της οθωμανικής Μακεδονίας, δηλαδή, των Ελλήνων, των Τούρκων, των Βουλγάρων και των Σέρβων - ουδείς γίνεται λόγος περί «Μακεδόνων». Οι σλαβόφωνοι κάτοικοι της Μακεδονίας έχουν ή ελληνικήν ή βουλγαρικήν εθνικήν συνείδησιν. Πολλοί εστάθησαν οι καθοριστικοί παράγοντες του προς την μίαν ή την άλλην κατεύθυνσιν εθνικού προσανατολισμού των. Το βέβαιον, πάντως, είναι ότι, κατά την διάρκειαν του αγώνος εις την Μακεδονίαν, τα σλαβόφωνα χωρία της περιοχής του Μοναστηρίου και της σημε­ρινής ελληνικής Μακεδονίας έδωσαν γενναίους Έλληνας αντάρτας και φοβερούς Βουλγάρους κομιτατζήδες.
Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, οπότε την Μακεδονίαν διενεμήθησαν οι Έλληνες, οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι, και μέχρι του 1921, το «μακεδονικόν ζήτημα» υπάρχει μόνον ως εκδήλωσις βουλγαρικού αλυτρωτισμού. Και πάλιν περί «Μακεδόνων» ως έθνους ουδείς γίνεται λόγος. Μόνον με­τά την εμφάνισιν του μπολσεβικισμού, ως κρατικού καθεστώτος, ετέθη υπ’ αυτού «μακεδονικόν ζήτημα» ως ζήτημα απελευθερώσεως ενός ιδιαιτέ­ρου, τάχα, έθνους και ερρίφθη το σύνθημα της δημιουργίας μιας «ανεξαρ­τήτου και ενιαίας μακεδονικής δημοκρατίας», ως μέλους ομοσπονδίας βαλ­κανικών κρατών, Το σύνθημα όμως τούτο ηρνήθη να το υιοθετήση το Κομμουνιστικόν Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας, καίτοι διαταχθέν υπό της Τρίτης Διεθνούς, διότι δεν επίστευεν ότι υπάρχει χωριστή μακεδονική εθνότης.
Έπειτα, άλλωστε, από τας περιπετείας των Βαλκανικών πολέμων, του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, της ανταλλαγής των πληθυσμών, των συμφωνιών περί εκουσίας μεταναστεύσεως κλπ., οι σλαβόφωνοι της χώρας μας, κατοικούντες όλοι εις την Βόρειον Ελλάδα, ανήρχοντο εις 82.000 εν όλω, συμφώνως προς την απογραφήν του 1928, επί πληθυσμού ενός και ημίσεος εκατομμυρίου της περιοχής. Κατά την διάρκειαν της κατοχής, ένα μέρος των σλαβόφωνων αυτών συνειργάσθη στενώς με τας βουλγαρικάς Αρχάς, αι οποίαι είχαν εγκατασταθή εις την Βόρειον Ελλάδα, έδρασαν εγκληματικώς κατά του ελληνικού πληθυσμού και, όταν η πλάστιγξ ήρχισε να κλίνη εις βάρος του Άξονος, αντήλλαξε τον βουλαρικόν σωβινισμόν με τον κομμου­νιστικόν λαοκρατισμόν. Με την απελευθέρωσιν της χώρας, όσοι εκ των σλαβόφωνων της κατηγορίας αυτής ησθάνοντο ότι, λόγω των εγκλημάτων που είχαν διαπράξει, διέτρεχαν κίνδυνον τιμωρίας, κατέφυγαν εις την Βουλγαρίαν και άλλοι εις την Γιουγκοσλαβίαν. Εις τας δύο αυτάς χώρας προσε­τέθη και δεύτερον στρώμα φυγάδων, μετά την στρατιωτικήν συντριβήν της κομμουνιστικής ανταρσίας του 1946 έως 1949. Έτσι, σήμερον, οι απομένοντες εις την Βόρειον Ελλάδα σλαβόφωνοι ανέρχονται, συμφώνως προς την απογραφήν του 1951, εις 41.000.
Εν τω μεταξύ, από του 1944, oι επικρατήσαντες εις την Γιουγκοσλαβίαν κομμουνισταί συνέλαβον το μεγαλεπήβολον σχέδιον ν’ αναλάβουν αυτοί, ως διάδοχοι των Βουλγάρων σωβινιστών, την προστασίαν των Σλαβόφωνων της νοτίου Σερβίας, άλλα και της ελληνικής και της βουλγαρικής Μακεδονίας, να τους παρουσιάσουν ως χωριστήν εθνότητα και να υψώσουν τεχνητώς το πτωχόν ιδίωμά των εις γλώσσαν. Η πρωτοφανής αυτή εις την ιστορίαν προσπάθεια συνεχίζεται έκτοτε υπό της γείτονας Γιουγκοσλαβίας και κατά περιόδους σημειώνει εξάρσεις, όπως η τελευταία, πού γεννούν πολλάς αμφιβολίας δια την ειλικρίνειαν της γιουγκοσλαβικής φιλίας έναντι της Ελλάδος, ενώ θεμελιώνουν την βεβαιότητα ότι η γείτων μας τρέφει απαραδέκτους και επικινδύνους δια την ειρήνην επεκτατικάς βλέψεις. Και αυτό ο ελληνικός λαός είναι υποχρεωμένος να το λάβη σοβαρώς υπ’ όψιν.
Περιοδικό "Εικόνες", 13.11.1960











ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ (Η ΠΡΩΤΗ ΜΑΣΤΙΓΑ)

Σύμφωνα με τον Θ.Π. ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απετέλεσε μάστιγα για τη χώρα, κυρίως για τους παρακάτω λόγους: · Επεβλήθη πραξικοπιματ...